Πέμπτη 29 Μαρτίου 2012

Εικόνες και σκέψεις #3: “Δεν ψάχνουν ανθρώπους…”




«Ξεκινά από σήμερα Παρασκευή και θα διαρκέσει μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου η προθεσμία για την υποβολή των αιτήσεων για τη συμμετοχή στις πανελλαδικές εξετάσεις του 2012. Σύμφωνα με το υπουργείο Παιδείας…»
Τικ,τακ,τικ,τακ,τικ,τακ…τικ…τακ… ο χρόνος τρέχει , λένε, και οι δείκτες του ρολογιού ξέρουν πολύ καλά να το δείχνουν. Λες και είναι αυτό που πάντα έκαναν, λες και είναι το μοναδικό πράγμα που έκαναν. Ίσως για όλους τους άλλους, όχι όμως για εμένα σήμερα. Σήμερα οι δείκτες του ρολογιού είναι ένας τύπος που τραβάει το χαλί κάτω από τα πόδια του παρόντος. Είναι σκοτεινός αυτός ο τύπος και ποτέ δεν μπορείς να τον διακρίνεις ξεκάθαρα, ακόμη και σήμερα που στέκεται με τη πλάτη σε μία φωτεινή πόρτα, ορθάνοιχτη και ολόλευκη στην άλλη της πλευρά, που τα γυαλιά του αντανακλούν το ημίφως που τον ψηλαφεί από την άλλη πλευρά. Εγώ στέκομαι προς εκείνον κι εκείνος προς εμένα, κι όμως είναι ακόμη σκοτεινός.
Τικ,τακ,τικ,τακ,τικ,τακ… πάντα ο σκοπός αυτός στο μυαλό μου, να μου τραγουδάει για τις μέρες που θα έρθουν, τη μεγάλη ζωή, τις μικρότερες έγνοιες, την «καλημέρα» μετά από νύχτες δίχως άγχος• αρκεί να σταθώ πάνω σε αυτό το χαλί.
«Μα πώς να γράψεις όταν προσπαθείς να σταθείς όρθιος! Είναι ποτέ δυνατόν;» Είναι η πολλοστή φορά στα χρόνια μου που περνάει αυτό το ερώτημα από το μυαλό μου, μα τώρα δεν ρωτώ στον αέρα. Για όλες τις φορές που ρώτησα και δεν πήρα καμία απάντηση, τώρα θα ήταν η ώρα για μία απόκριση. Μα τα χαλιά δεν απαντούν ξέρεις κι εκείνος ο τύπος ποτέ δεν είπε κάτι άλλο, μονάχα το μικρό του τραγούδι ξέρει να λέει, δίχως να χάνει το ρυθμό του• θαρρείς θα μπορούσε να τον κρατήσει καλύτερα από κάθε μουσικό. Τικ, τακ.
Και όταν το χαλί κάτω από τα πόδια σου τελειώσει, ξέρεις πως είναι ώρα.
Τίποτα πρωτότυπο. «Παραδώστε τα χαρτιά σας, ο χρόνος τελείωσε.»
Παραδίδεις τα χαρτιά σου, αλλά ο χρόνος δεν τελείωσε.
Ο χρόνος τελειώνει όταν παραδίδεις τα όπλα… και σαν συνεχίσεις τον δρόμο σου θα το καταλάβεις.
Δεν ψάχνουν ανθρώπους. Ισορροπιστές ψάχνουν.

Φωτογραφία: H Μαρία Σπελτερίνι έγινε την 8η Ιουλίου 1876 η πρώτη και μοναδική γυναίκα που πέρασε σχοινοβατώντας πάνω από του καταρράκτες του Νιαγάρα. Από τον George E. Curtis (1830-1910) .

Εικόνες και σκέψεις #2: Οι ρυθμοί της πόλης

Κάθε μέρα σχεδόν περπατώ στην πόλη. Μία πόλη που πάντα άκουγα γι΄ αυτήν, μα ποτέ δεν την είχα βιώσει μέχρι τα 18 μου. Είναι γιατί δεν ήμουν από εδώ. «Και από πού είσαι;» θα αναρωτηθεί κανείς. Δεν είμαι από την περιφέρεια. Είμαι παιδί των προαστίων. Και αν αυτό δεν φαντάζει μακριά, θα πω πως η εγγύτητα σε μέρη που ορίζουν καταγωγή έχει διάσταση και στον χρόνο. Όταν μαθαίνεις μπάλα στα Πατήσια, η Αθήνα δεν είναι κοντά. Όταν πηγαίνεις σχολείο στην Πεύκη, η Αθήνα δεν είναι κοντά. Όταν βολτάρεις στην Μεταμόρφωση, η Αθήνα δεν είναι κοντά.
Κάπου στο 2007 έκανα την κάθοδό μου κι εγώ… και η πόλη άρχισε να γίνεται δική μου και εγώ δικός της και ο ένας πιο οικείος για τον άλλο. Ποτέ δεν είχα δει από κοντά τους ρυθμούς αυτούς, πόσο μάλλον βιώσει. Από το υπεράνω-αστικό με δόση σιχτιρίσματος «Κάντε στην άκρη κυρία μου», στο νεοαστικό ουδέτερο «Συγγνώμη φίλε» ή στο διαχρονικό «Με συγχωρείτε» ή «Συγγνώμη», όλοι ψάχνουν τον χώρο τους σε αυτήν την πόλη. Ο καθένας προσπαθεί να διατηρήσει τον δικό του ρυθμό, η πόλη όμως φαίνεται να τον τραβάει στον δικό της. Σίγουρα, λοιπόν, ο ρυθμός της πόλης δεν είναι ο δικός μας ρυθμός.
Ποιός είναι άραγε ο ρυθμός της πόλης; Ποιός τον ορίζει; Πάντα αναρωτιέμαι όταν περπατώ στους δρόμους της. Κάποτε μου φάνηκε ικανοποιητική η απάντηση πως ο ρυθμός της πόλης είναι ο ρυθμός του μπροστινού σου. Πάλι ,όμως, κάτι μου έλειπε. Δεν είμαστε μόνο εμείς η πόλη, όπως δεν είναι και μόνο «οι άλλοι» η πόλη.
Ακόμη αναρωτιέμαι. Ωστόσο, για κάποιο λόγο, δεν παύω να βρίσκω μία γοητεία στους δρόμους της Αθήνας, όσο και αν προσπαθώ να την καταλάβω, με τα θετικά της και τα αρνητικά της. Η Αθήνα είναι μία πόλη της οποίας ο ρυθμός είναι συνεχώς διαπραγματεύσιμος. Είναι ανοιχτός . Η Αθήνα είναι μία πόλη που αντιστέκεται στην ψηφιοποίηση της κίνησης και, αν κάτι μπορεί να εξαιρεθεί από την καταδίκη της ελευθεριότητας του στερεοτυπικού Νεοέλληνα, είναι μάλλον η υπεράσπιση της αναλογικότητας της κίνησης. Το άλμα πάνω από τα κάγκελα. Η διάσχιση μέσα από το παρτέρι. Το πέρασμα του δρόμου από τη μέση. Η είσοδος στο μετρό από όποια μεριά επιθυμεί. Μην παρεξηγηθώ, δεν υποστηρίζω την αυτοδιάθεση πέρα από το σημείο που μπορεί να είναι βάρος στους άλλους. Αλλά η αντίσταση στην ψηφιοποίηση της κίνησης στην πόλη είναι κάτι που κάνουμε καλά, ακόμη και αν δεν το ξέρουμε.

Φωτογραφία: Ελένη Φαλάρα- http://www.athinorama.gr/galleries/default.aspx?id=10009436§ion=arts
Η Ελένη Φαλάρα παρουσίασε την πρώτη της έκθεση «Η ανάσυρση του μύθου στα βήματα της πόλης» μαζί με την Ιωάννα Στεφανίδου τον περασμένο Νοέμβριο.

Δευτέρα 6 Φεβρουαρίου 2012

Εικόνες και σκέψεις #1: αισθητική.



Παλεύω με τα στερεότυπα συνέχεια. Ψάχνω να τα ανακαλύψω, να τα ξεμπροστιάσω, να τα καταρρίψω. Συγκρούομαι με τους ανθρώπους που τα φέρουν με μέσα νοητικά και διαλεκτικά.
Ωστόσο ο εχθρός αυτός βρίσκεται βαθιά μέσα μου. Δεν ξέρω αν είμαι μόνος σε αυτό, αλλά, όπως συνήθως, όταν νομίζουμε ότι είμαστε μόνοι μας στην ανθρώπινη φύση μας, σχεδόν πάντα είναι στη φύση μας να νομίζουμε ότι είμαστε μόνοι σε κάποιες εκφάνσεις της.
Τα στερεότυπα με χτυπούν στο βαθύτερο μέρος της ψυχής μου, εκεί που κρύβεται το τι θεωρώ όμορφο, τι θα με εξιτάρει, ποια γυναίκα είναι θεά και ποιά όχι, τι θα με ερεθίσει και τι θα με τελειώσει, τί θα απορριφθεί, τι θα επιδιωχθεί.
Το θέμα είναι ότι υπάρχει συναίσθηση πως η κρίση γίνεται βάσει στερεοτύπων. Η προσωπική μας αισθητική άλλωστε επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από το πολιτισμικό μας περιβάλλον.
Μάλλον είμαστε αιχμάλωτοι των παθών μας, όπως πολλοί έχουν, πιο γλαφυρά απ' ότι εδώ παραδεχθεί.
Θέλω να ελπίζω όμως πως δεν είναι κενή αυτή η επιλογή, πως έχει μία βάση...και ίσως αυτή τελικά δεν βρίσκεται απόλυτη σε ένα ιδανικό μοντέλο ομορφιάς, αλλά λειτουργικά, μέσα μας, σε αυτό που μας συγκινεί.

Εικόνα: Yuriy Kovalenko - http://www.photodom.com/member/kovalenko

Για το 3-point-magazine.blogspot.com- 27/1/2012

Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου 2011

Κλαίς μακρυά.

Κρίμα, κλαίς μακρυά,
δεν έχεις μια ζεστή αγκαλιά να αφεθείς.
Αυτό το παιχνίδι που φάνηκε τόσο αθώο,
πώς χαμένους μας βρήκε όλους;
Πέλματα βρεγμένα σε μια άμμο που βουλιάζει.
Ο Ήλιος πνίγηκε.
Πνίγηκε στο δάκρυ σου,
πνίγηκε στην έγνοια σου,
πνίγηκε.

Αλέξανδρος

Κυριακή 19 Ιουνίου 2011

Οι κούφιοι άνθρωποι (Τ. S. Eliot)

Είμαστε οι κούφιοι άνθρωποι
Είμαστε οι βαλσαμωμένοι άνθρωποι
Σκύβοντας μαζί
Κεφαλοκαύκι γεμισμένο άχυρο.
Αλίμονο!
Οι στεγνές φωνές μας
Όταν ψιθυρίζουμε μαζί
Είναι ήσυχες και ανόητες
Σαν άνεμος σε ξερό χορτάρι
Ή πόδια ποντικών σε σπασμένο γυαλί
Στο ξερό μας κελάρι
Σχήμα χωρίς μορφή, σκιά χωρίς χρώμα
Παραλυμένη δύναμη, χειρονομία χωρίς κίνηση
Αυτοί που πέρασαν
Με ολόισια μάτια, στου θανάτου τ'άλλο βασίλειο
Μας θυμούνται -αν καθόλου μας θυμούνται- όχι ως χαμένες
Βίαιες ψυχές , μα μοναχά
Ως κούφιους ανθρώπους
Τους βαλσαμωμένους ανθρώπους
Μάτια δεν τολμώ να δω στα όνειρα
Στου θανάτου τ' ονειρικό βασίλειο
Αυτά δεν εμφανίζονται :
Εκεί, τα μάτια είναι
Ηλιόφως σε μια σπασμένη κολόνα
Εκεί, είν' ένα δέντρο χορεύοντας
Και φωνές είναι
Στου ανέμου το τραγούδισμα
Πιο μακρινές και πιο τελεστικές
Από ένα μαραμένο αστέρι.
Ας είμαι όχι πιο κοντά
Στου θανάτου το ονειρικό βασίλειο
Ας φορέσω επίσης
Τόσο φρόνιμες μεταμφιέσεις
Αρουραίου τρίχωμα, κοράκου δέρμα, κουρελούδες
Σ' έναν αγρό
Φερόμενος όπως φέρεται ο άνεμος
Όχι πιο κοντά
Όχι αυτή την τελική συνάντηση
Στου λυκόφωτος το βασίλειο
Αυτή είναι η νεκρή χώρα
Αυτή είναι του κάκτου η χώρα
Εδώ τα πέτρινα είδωλα
Σηκώνονται, εδώ λαμβάνουν
Την ικεσία ενός χεριού νεκρού ανθρώπου
Κάτω από το σπίθισμα σβησμένου άστρου.
Αυτό είναι σαν αυτό
Στου θανάτου το άλλο βασίλειο
Ξυπνώντας μόνοι
Στην ώρα που είμαστε
Τρέμοντας με τρυφερότητα
Χείλη που θα φιλούσαν
Κάνουν προσευχές σε τσακισμένες πέτρες
Τα μάτια δεν είναι εδώ
Δεν είναι μάτια εδώ
Στην κοιλάδα των άστρων πεθαίνουν
Στην κούφια κοιλάδα
Το σπασμένο σαγόνι των χαμένων βασιλείων μας
Σ' αυτό τον έσχατο απ' τους τόπους συναντήσεων
Ψηλαφούμε μαζί
Κι αποφεύγουμε ομιλία
Μαζεμένοι στην όχθη του πρησμένου ποταμού
Αόμματοι, αν δεν
Τα μάτια μας ξαναφανούν
Όπως το αέναο άστρο
Του πολύφυλλου ρόδου
Στου θανάτου το λυκοφωτικό βασίλειο
Η ελπίδα μόνο
Των κενών ανθρώπων.
Εδώ πάμε γύρω απ' την φραγκοσυκιά
Φραγκοσυκιά, φραγκοσυκιά
Εδώ πάμε γύρω απ' την φραγκοσυκιά
Στις πέντε το πρωί
Μεταξύ ιδέας και πραγματικότητας
Μεταξύ κίνησης και δράσης
Πέφτει η Σκιά
Διότι δικό σου είναι το Βασίλειο
Μεταξύ αντίληψης και δημιουργίας
Μεταξύ κίνησης και απάντησης
Πέφτει η Σκιά
Η ζωή σου είναι πολύ μακριά
Μεταξύ πόθου και σπασμού
Μεταξύ δύναμης και ύπαρξης
Μεταξύ ουσίας και πτώσης
Πέφτει η Σκιά
Διότι δικό σου είναι το Βασίλειο
Διότι δική σου είναι
η ζωή
είναι
διότι δική σου είναι η
Αυτός είναι ο τρόπος που τελειώνει ο κόσμος
Αυτός είναι ο τρόπος που τελειώνει ο κόσμος
Αυτός είναι ο τρόπος που τελειώνει ο κόσμος
Όχι μ' ένα πάταγο αλλά μ' ένα λυγμό

Τ. S. Eliot

Πέμπτη 26 Μαΐου 2011

Μικρές πυγολαμπίδες

Στεκόσουν στο λιμάνι,με τα χέρια στις τσέπες να κοιτάζεις το νερό.
Ήπιος χειμώνας, όχι σαν αυτόν που παγώνει τις ψυχές,
μα ήσουν ακίνητη και πάγος πια να πω δεν ήξερα τί είναι.
Μήπως με βλέμα βλοσυρό να μου θυμίσεις ήθελες,
ή έναν περαστικό κοιτούσες, σκυφτό και μόνο μες τον δρόμο;
Ώρες στέκεις και τα φώτα ανάψαν θερμά.
Η φλυβωδία του κύματος μιλούσε με τη νύχτα,
ώρα πολλή,με πόδια στηλωμένα στο νοτισμένο έδαφος,
μια μυρουδιά να σου θυμίζει τα παιδικά σου χρόνια.
Στις γειτονιές τι εύκολος ήταν ο κόσμος!
Το δίκιο είχε ο δυνατότερος, μα η χαρά ήταν δική σου.
Σαν τα σκαλιά μετρούσαν προς τα κάτω μόνο, ο κόσμος σου ανήκε,
κι εσύ, στο δροσερό απόγευμα να φωνάζεις για το μέλλον που ποτέ δεν έρχεται.
Μεθαύριο θα μεγαλώσεις, να μου το θυμηθείς.
Στεγνή μοιάζει η θάλλασα, σαν κάτι να την άδειασε και στα μάγουλά σου να χάραξε
δυο ποταμούς,κι εσύ, στη μέση, γόνιμη ψυχή στα συναισθήματα,
πρόσφορη σε κάθε φωτάκι αναμένο σε μια κρύα νύχτα να δείξεις μια κρύα ψυχή.
-Έσπασε πια,το πήρε η θάλασσα...
-Ποιός είσαι;
-Δεν είμαι εγώ, κοίτα αλλού.
-Ποιός ήσουν;
-Δεν ήμουν εγώ, αλλού κοιτούσες...πιάσε το χέρι σου με το δικό μου.
Κι αν κάπου εκεί τη νύχτα που απλώνεις το χέρι στη ψυχή σου,κι αν περιμένεις χειραψία φιλική,
μην εκπλαγείς αν χρειαστεί κι αλλη φορά να πας εκεί.
Πάντα να ψάχνεις και πότε να βρίσκεις, πότε όχι, πάντα να κοιτάζεις τα μικρά φωτάκια,
εκεί,να κοιτάζεις το νερό,εκεί που η νύχτα ξημερώνει και η μέρα αργησε να φύγει...

Αλέξανδρος

Κυριακή 13 Φεβρουαρίου 2011

Μία σύντομη σκέψη: "Κριτική"

"Ποιός είσαι εσύ για να κρίνεις;"...Το δικαίωμα κριτικής είναι αναφαίρετο για τον καθένα, όπως είναι το δικαίωμα στην γνώμη του. Μοναδική προϋπόθεση φαίνεται να είναι κανείς έννους. Το ήθος βάσει του οποίου γίνεται η κριτική ωστόσο, είναι μία διαφορετική ιστορία...

Είναι άτοπο η κριτική και η προσωπική γνώμη να ταυτίζονται. Γονιμότερη πνευματικά αποβαίνει η κριτική ως μέσο πνευματικής πρόκλησης και όχι, όπως με μεγάλη συχνότητα παρουσιάζεται, ως όπλο του επεκτατισμού της προσωπικής γνώμης.