Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2011

Θα φύγω μαζί σου

Ζητώ πολλά από τον κόσμο.
Το φαντάζομαι, δεν μπορεί να τα προσφέρει.
Σαν πλαγιάσω το βράδυ, αφήνω μια ελπίδα στο προσκεφάλι μου
να ξαγρυπνά μέχρι την άλλη μέρα να την πάρω και να φύγουμε για έξω.
Πότε φοράει παντόφλες και θέλει να χουζουρέψει, πότε αθλητικά και θέλει να τρέξει, πότε γυμνή γυρνάει να σοκάρει την αιδώ των προσδοκιών και να εκτεθεί στην αλήθεια που την κοιτάει βλοσυρά.
Μα το νιώθω, η ελπίδα θέλει την φροντίδα μου.
Κάθε πρωί την καλημερίζω. Της χαϊδεύω τα μαλλιά, την φιλώ και την ντύνω με τα καλά της. Της δίνω βιβλία να μάθει για τον κόσμο, την κάνω βόλτες να δει τον κόσμο. Την γνωρίζω σε φίλους, τη συστήνω σε γνωστούς, συζητούμε όλοι μαζί.
Την προφυλάσσω από αυτούς που θέλουν να ασελγήσουν επάνω της, να την εκπορνεύσουν, να της μιλήσουν χυδαία.
Κι όσο μαθαίνει και ζει, τόσο απαντάει μόνη της.
Είναι το παιδί όταν είσαι παιδί.
Η σύντροφος όταν είσαι νέος.
Η μάνα όταν μεγαλώσεις.
Η σοφή γριά όταν γεράσεις.
Είναι αυτή που ζει όσο ζεις, χάνεται μαζί σου, αυτή που γνωρίζει κάθε τι αθέατο και ειδωμένο, όπως κι εσύ.
Η ελπίδα σου είσαι εσύ.

Αλέξανδρος

Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011

Ελεύθερος ή άπατρις; (Στους δρόμους της πόλης)

Δεν έχω στέκια,
φίλο δεν έκανα κανένα.
Με αντοχή ταξιδεύω
μες τους δρόμους της πόλης.
Έχω πατρίδα, δεν έχω πατρίδα.
Στους δρόμους της πόλης ταξιδεύω,
με αντοχή.
Φίλους έκανα τα δίστιχα που λέω το πρωί σαν σηκωθώ για να πατήσω κάτω.
Έχω φίλους, δεν έχω φίλους.
Ταξίδι, στους δρόμους της πόλης,
σε νοητά μονοπάτια, δεμένος, σε δωμάτιο άσπρο.
Έχω φίλους, δεν έχω φίλους.
Έχω πατρίδα, δεν έχω πατρίδα ˙
δεμένος, σε άσπρο δωμάτιο.
Το φως πίσω από τα κάγκελα.
Βαλτετσίου και Τρικούπη, χειμώνας…
Είμαι ελεύθερος.

Αλέξανδρος